Κλίσεις
Ρήμα, παρελθοντικός χρόνος (Verb, past tense): committed
Ρήμα, γερούνδιο ή μετοχή ενεστώτα (Verb, gerund or present participle): committing
Ρήμα, γ' ενικό πρόσωπο ενεστώτα (Verb, 3rd person singular present): commits
Ρήμα, βασική μορφή (Verb, base form): commit
Ρήμα, ενεστώτας εκτός γ' ενικού προσώπου (Verb, non-3rd person singular present): commit
Συλλαβές, Διαχωρισμός και Τονισμός
commit περιέχει 2 συλλαβές: com • mit
Φωνητική μεταγραφή: kə-ˈmit
com mit , kə ˈmit (Η κόκκινη συλλαβή είναι τονισμένη)