Κλίσεις
Ρήμα, παρελθοντικός χρόνος (Verb, past tense): wept
Ρήμα, μετοχή παρακειμένου (Verb, past participle): wept
Ρήμα, γερούνδιο ή μετοχή ενεστώτα (Verb, gerund or present participle): weeping
Ρήμα, γ' ενικό πρόσωπο ενεστώτα (Verb, 3rd person singular present): weeps
Ρήμα, βασική μορφή (Verb, base form): weep
Ρήμα, ενεστώτας εκτός γ' ενικού προσώπου (Verb, non-3rd person singular present): weep
Συλλαβές, Διαχωρισμός και Τονισμός
weeping περιέχει 2 συλλαβές: weep • ing
Φωνητική μεταγραφή: ˈwē-piŋ
weep ing , ˈwē piŋ (Η κόκκινη συλλαβή είναι τονισμένη)