Κλίσεις
Επίρρημα (Adverb): smack
Ουσιαστικό, πληθυντικός (Noun, plural): smacks
Ουσιαστικό, ενικός ή μαζικός (Noun, singular or mass): smack
Ρήμα, παρελθοντικός χρόνος (Verb, past tense): smacked
Ρήμα, γερούνδιο ή μετοχή ενεστώτα (Verb, gerund or present participle): smacking
Ρήμα, γ' ενικό πρόσωπο ενεστώτα (Verb, 3rd person singular present): smacks
Ρήμα, βασική μορφή (Verb, base form): smack
Ρήμα, ενεστώτας εκτός γ' ενικού προσώπου (Verb, non-3rd person singular present): smack
Συλλαβές, Διαχωρισμός και Τονισμός
smack περιέχει 1 συλλαβές: smack
Φωνητική μεταγραφή: ˈsmak
smack , ˈsmak (Η κόκκινη συλλαβή είναι τονισμένη)