Κλίσεις
Ουσιαστικό, πληθυντικός (Noun, plural): programs
Ουσιαστικό, ενικός ή μαζικός (Noun, singular or mass): program
Ρήμα, παρελθοντικός χρόνος (Verb, past tense): programed
Ρήμα, γερούνδιο ή μετοχή ενεστώτα (Verb, gerund or present participle): programing
Ρήμα, γ' ενικό πρόσωπο ενεστώτα (Verb, 3rd person singular present): programs
Ρήμα, βασική μορφή (Verb, base form): program
Ρήμα, ενεστώτας εκτός γ' ενικού προσώπου (Verb, non-3rd person singular present): program
Συλλαβές, Διαχωρισμός και Τονισμός
program περιέχει 2 συλλαβές: pro • gram
Φωνητική μεταγραφή: ˈprō-ˌgram
pro gram , ˈprō ˌgram (Η κόκκινη συλλαβή είναι τονισμένη)