Κλίσεις
Ουσιαστικό, πληθυντικός (Noun, plural): neglect
Ουσιαστικό, ενικός ή μαζικός (Noun, singular or mass): neglect
Ρήμα, παρελθοντικός χρόνος (Verb, past tense): neglected
Ρήμα, γερούνδιο ή μετοχή ενεστώτα (Verb, gerund or present participle): neglecting
Ρήμα, γ' ενικό πρόσωπο ενεστώτα (Verb, 3rd person singular present): neglects
Ρήμα, βασική μορφή (Verb, base form): neglect
Ρήμα, ενεστώτας εκτός γ' ενικού προσώπου (Verb, non-3rd person singular present): neglect
Συλλαβές, Διαχωρισμός και Τονισμός
neglect περιέχει 2 συλλαβές: ne • glect
Φωνητική μεταγραφή: ni-ˈglekt
ne glect , ni ˈglekt (Η κόκκινη συλλαβή είναι τονισμένη)