Κλίσεις
Ουσιαστικό, πληθυντικός (Noun, plural): ken
Ουσιαστικό, ενικός ή μαζικός (Noun, singular or mass): ken
Ρήμα, παρελθοντικός χρόνος (Verb, past tense): kenned
Ρήμα, γερούνδιο ή μετοχή ενεστώτα (Verb, gerund or present participle): kenning
Ρήμα, γ' ενικό πρόσωπο ενεστώτα (Verb, 3rd person singular present): kens
Ρήμα, βασική μορφή (Verb, base form): ken
Ρήμα, ενεστώτας εκτός γ' ενικού προσώπου (Verb, non-3rd person singular present): ken
Συλλαβές, Διαχωρισμός και Τονισμός
ken περιέχει 1 συλλαβές: ken
Φωνητική μεταγραφή: ˈken
ken , ˈken (Η κόκκινη συλλαβή είναι τονισμένη)