Κλίσεις
Ουσιαστικό, πληθυντικός (Noun, plural): gangs
Ουσιαστικό, ενικός ή μαζικός (Noun, singular or mass): gang
Ρήμα, παρελθοντικός χρόνος (Verb, past tense): ganged
Ρήμα, γερούνδιο ή μετοχή ενεστώτα (Verb, gerund or present participle): ganging
Ρήμα, γ' ενικό πρόσωπο ενεστώτα (Verb, 3rd person singular present): gangs
Ρήμα, βασική μορφή (Verb, base form): gang
Ρήμα, ενεστώτας εκτός γ' ενικού προσώπου (Verb, non-3rd person singular present): gang
Συλλαβές, Διαχωρισμός και Τονισμός
gang περιέχει 1 συλλαβές: gang
Φωνητική μεταγραφή: ˈgaŋ
gang , ˈgaŋ (Η κόκκινη συλλαβή είναι τονισμένη)