Κλίσεις
Επίθετο, συγκριτικός βαθμός (Adjective, comparative): finer
Επίθετο, υπερθετικός βαθμός (Adjective, superlative): finest
Επίθετο (Adjective): fine
Επίρρημα (Adverb): fine
Ουσιαστικό, πληθυντικός (Noun, plural): fines
Ουσιαστικό, ενικός ή μαζικός (Noun, singular or mass): fine
Ρήμα, παρελθοντικός χρόνος (Verb, past tense): fined
Ρήμα, γερούνδιο ή μετοχή ενεστώτα (Verb, gerund or present participle): fining
Ρήμα, γ' ενικό πρόσωπο ενεστώτα (Verb, 3rd person singular present): fines
Ρήμα, βασική μορφή (Verb, base form): fine
Ρήμα, ενεστώτας εκτός γ' ενικού προσώπου (Verb, non-3rd person singular present): fine
Συλλαβές, Διαχωρισμός και Τονισμός
fine περιέχει 1 συλλαβές: fine
Φωνητική μεταγραφή: ˈfīn
fine , ˈfīn (Η κόκκινη συλλαβή είναι τονισμένη)