Κλίσεις
Ουσιαστικό, πληθυντικός (Noun, plural): fees
Ουσιαστικό, ενικός ή μαζικός (Noun, singular or mass): fee
Ρήμα, παρελθοντικός χρόνος (Verb, past tense): fee'd, feed
Ρήμα, μετοχή παρακειμένου (Verb, past participle): feed, fee'd
Ρήμα, γερούνδιο ή μετοχή ενεστώτα (Verb, gerund or present participle): feeing
Ρήμα, γ' ενικό πρόσωπο ενεστώτα (Verb, 3rd person singular present): fees
Ρήμα, βασική μορφή (Verb, base form): fee
Ρήμα, ενεστώτας εκτός γ' ενικού προσώπου (Verb, non-3rd person singular present): fee
Συλλαβές, Διαχωρισμός και Τονισμός
fee περιέχει 1 συλλαβές: fee
Φωνητική μεταγραφή: ˈfē
fee , ˈfē (Η κόκκινη συλλαβή είναι τονισμένη)