Κλίσεις
Επίθετο, συγκριτικός βαθμός (Adjective, comparative): righter
Επίθετο, υπερθετικός βαθμός (Adjective, superlative): rightest
Επίθετο (Adjective): right
Επίρρημα (Adverb): right
Ουσιαστικό, πληθυντικός (Noun, plural): rights, right
Ουσιαστικό, ενικός ή μαζικός (Noun, singular or mass): right
Ρήμα, παρελθοντικός χρόνος (Verb, past tense): righted
Ρήμα, γερούνδιο ή μετοχή ενεστώτα (Verb, gerund or present participle): righting
Ρήμα, γ' ενικό πρόσωπο ενεστώτα (Verb, 3rd person singular present): rights
Ρήμα, βασική μορφή (Verb, base form): right
Ρήμα, ενεστώτας εκτός γ' ενικού προσώπου (Verb, non-3rd person singular present): right
Συλλαβές, Διαχωρισμός και Τονισμός
rights περιέχει 1 συλλαβές: right
Φωνητική μεταγραφή:
right , (Η κόκκινη συλλαβή είναι τονισμένη)