Κλίσεις
Ρήμα, παρελθοντικός χρόνος (Verb, past tense): put
Ρήμα, μετοχή παρακειμένου (Verb, past participle): put
Ρήμα, γερούνδιο ή μετοχή ενεστώτα (Verb, gerund or present participle): putting
Ρήμα, γ' ενικό πρόσωπο ενεστώτα (Verb, 3rd person singular present): puts
Ρήμα, βασική μορφή (Verb, base form): put
Ρήμα, ενεστώτας εκτός γ' ενικού προσώπου (Verb, non-3rd person singular present): put
Συλλαβές, Διαχωρισμός και Τονισμός
Put περιέχει 1 συλλαβές: put
Φωνητική μεταγραφή: ˈpu̇t
put , ˈpu̇t (Η κόκκινη συλλαβή είναι τονισμένη)