Κλίσεις
Ουσιαστικό, πληθυντικός (Noun, plural): prices, price
Ουσιαστικό, ενικός ή μαζικός (Noun, singular or mass): price
Ρήμα, παρελθοντικός χρόνος (Verb, past tense): priced
Ρήμα, γερούνδιο ή μετοχή ενεστώτα (Verb, gerund or present participle): pricing
Ρήμα, γ' ενικό πρόσωπο ενεστώτα (Verb, 3rd person singular present): prices
Ρήμα, βασική μορφή (Verb, base form): price
Ρήμα, ενεστώτας εκτός γ' ενικού προσώπου (Verb, non-3rd person singular present): price
Συλλαβές, Διαχωρισμός και Τονισμός
price περιέχει 1 συλλαβές: price
Φωνητική μεταγραφή: ˈprīs
price , ˈprīs (Η κόκκινη συλλαβή είναι τονισμένη)