Κλίσεις
Ουσιαστικό, πληθυντικός (Noun, plural): gardens
Ουσιαστικό, ενικός ή μαζικός (Noun, singular or mass): garden
Ρήμα, παρελθοντικός χρόνος (Verb, past tense): gardened
Ρήμα, γερούνδιο ή μετοχή ενεστώτα (Verb, gerund or present participle): gardening
Ρήμα, γ' ενικό πρόσωπο ενεστώτα (Verb, 3rd person singular present): gardens
Ρήμα, βασική μορφή (Verb, base form): garden
Ρήμα, ενεστώτας εκτός γ' ενικού προσώπου (Verb, non-3rd person singular present): garden
Συλλαβές, Διαχωρισμός και Τονισμός
garden περιέχει 2 συλλαβές: gar • den
Φωνητική μεταγραφή: ˈgär-dᵊn
gar den , ˈgär dᵊn (Η κόκκινη συλλαβή είναι τονισμένη)