Κλίσεις
Ρήμα, παρελθοντικός χρόνος (Verb, past tense): seemed
Ρήμα, γερούνδιο ή μετοχή ενεστώτα (Verb, gerund or present participle): seeming
Ρήμα, γ' ενικό πρόσωπο ενεστώτα (Verb, 3rd person singular present): seems
Ρήμα, βασική μορφή (Verb, base form): seem
Ρήμα, ενεστώτας εκτός γ' ενικού προσώπου (Verb, non-3rd person singular present): seem
Συλλαβές, Διαχωρισμός και Τονισμός
Seem περιέχει 1 συλλαβές: seem
Φωνητική μεταγραφή: ˈsēm
seem , ˈsēm (Η κόκκινη συλλαβή είναι τονισμένη)