Κλίσεις
Ουσιαστικό, πληθυντικός (Noun, plural): hugs
Ουσιαστικό, ενικός ή μαζικός (Noun, singular or mass): hug
Ρήμα, παρελθοντικός χρόνος (Verb, past tense): hugged
Ρήμα, γερούνδιο ή μετοχή ενεστώτα (Verb, gerund or present participle): hugging
Ρήμα, γ' ενικό πρόσωπο ενεστώτα (Verb, 3rd person singular present): hugs
Ρήμα, βασική μορφή (Verb, base form): hug
Ρήμα, ενεστώτας εκτός γ' ενικού προσώπου (Verb, non-3rd person singular present): hug
Συλλαβές, Διαχωρισμός και Τονισμός
hug περιέχει 1 συλλαβές: hug
Φωνητική μεταγραφή: ˈhəg
hug , ˈhəg (Η κόκκινη συλλαβή είναι τονισμένη)