Κλίσεις
Ρήμα, παρελθοντικός χρόνος (Verb, past tense): varied
Ρήμα, γερούνδιο ή μετοχή ενεστώτα (Verb, gerund or present participle): varying
Ρήμα, γ' ενικό πρόσωπο ενεστώτα (Verb, 3rd person singular present): varies
Ρήμα, βασική μορφή (Verb, base form): vary
Ρήμα, ενεστώτας εκτός γ' ενικού προσώπου (Verb, non-3rd person singular present): vary
Συλλαβές, Διαχωρισμός και Τονισμός
vary περιέχει 1 συλλαβές: vary
Φωνητική μεταγραφή: ˈver-ē
vary , ˈver ē (Η κόκκινη συλλαβή είναι τονισμένη)