Κλίσεις
Ουσιαστικό, πληθυντικός (Noun, plural): holidays
Ουσιαστικό, ενικός ή μαζικός (Noun, singular or mass): holiday
Ρήμα, παρελθοντικός χρόνος (Verb, past tense): holidayed
Ρήμα, γερούνδιο ή μετοχή ενεστώτα (Verb, gerund or present participle): holidaying
Ρήμα, γ' ενικό πρόσωπο ενεστώτα (Verb, 3rd person singular present): holidays
Ρήμα, βασική μορφή (Verb, base form): holiday
Ρήμα, ενεστώτας εκτός γ' ενικού προσώπου (Verb, non-3rd person singular present): holiday
Συλλαβές, Διαχωρισμός και Τονισμός
holiday περιέχει 3 συλλαβές: hol • i • day
Φωνητική μεταγραφή: ˈhä-lə-ˌdā
hol i day , ˈhä lə ˌdā (Η κόκκινη συλλαβή είναι τονισμένη)