Κλίσεις
Ουσιαστικό, πληθυντικός (Noun, plural): highlights
Ουσιαστικό, ενικός ή μαζικός (Noun, singular or mass): highlight
Ρήμα, παρελθοντικός χρόνος (Verb, past tense): highlighted
Ρήμα, γερούνδιο ή μετοχή ενεστώτα (Verb, gerund or present participle): highlighting
Ρήμα, γ' ενικό πρόσωπο ενεστώτα (Verb, 3rd person singular present): highlights
Ρήμα, βασική μορφή (Verb, base form): highlight
Ρήμα, ενεστώτας εκτός γ' ενικού προσώπου (Verb, non-3rd person singular present): highlight
Συλλαβές, Διαχωρισμός και Τονισμός
highlight περιέχει 2 συλλαβές: high • light
Φωνητική μεταγραφή: ˈhī-ˌlīt
high light , ˈhī ˌlīt (Η κόκκινη συλλαβή είναι τονισμένη)