Κλίσεις
Ουσιαστικό, πληθυντικός (Noun, plural): dances, dance
Ουσιαστικό, ενικός ή μαζικός (Noun, singular or mass): dance
Ρήμα, παρελθοντικός χρόνος (Verb, past tense): danced
Ρήμα, γερούνδιο ή μετοχή ενεστώτα (Verb, gerund or present participle): dancing
Ρήμα, γ' ενικό πρόσωπο ενεστώτα (Verb, 3rd person singular present): dances
Ρήμα, βασική μορφή (Verb, base form): dance
Ρήμα, ενεστώτας εκτός γ' ενικού προσώπου (Verb, non-3rd person singular present): dance
Συλλαβές, Διαχωρισμός και Τονισμός
dance περιέχει 1 συλλαβές: dance
Φωνητική μεταγραφή: ˈdan(t)s
dance , ˈdan(t)s (Η κόκκινη συλλαβή είναι τονισμένη)