Κλίσεις
Ουσιαστικό, πληθυντικός (Noun, plural): machines
Ουσιαστικό, ενικός ή μαζικός (Noun, singular or mass): machine
Ρήμα, παρελθοντικός χρόνος (Verb, past tense): machined
Ρήμα, γερούνδιο ή μετοχή ενεστώτα (Verb, gerund or present participle): machining
Ρήμα, γ' ενικό πρόσωπο ενεστώτα (Verb, 3rd person singular present): machines
Ρήμα, βασική μορφή (Verb, base form): machine
Ρήμα, ενεστώτας εκτός γ' ενικού προσώπου (Verb, non-3rd person singular present): machine
Συλλαβές, Διαχωρισμός και Τονισμός
machine περιέχει 2 συλλαβές: ma • chine
Φωνητική μεταγραφή: mə-ˈshēn
ma chine , mə ˈshēn (Η κόκκινη συλλαβή είναι τονισμένη)