Κλίσεις
Ουσιαστικό, πληθυντικός (Noun, plural): cups, cup
Ουσιαστικό, ενικός ή μαζικός (Noun, singular or mass): cup
Ρήμα, παρελθοντικός χρόνος (Verb, past tense): cupped
Ρήμα, γερούνδιο ή μετοχή ενεστώτα (Verb, gerund or present participle): cupping
Ρήμα, γ' ενικό πρόσωπο ενεστώτα (Verb, 3rd person singular present): cups
Ρήμα, βασική μορφή (Verb, base form): cup
Ρήμα, ενεστώτας εκτός γ' ενικού προσώπου (Verb, non-3rd person singular present): cup
Συλλαβές, Διαχωρισμός και Τονισμός
cup περιέχει 1 συλλαβές: cup
Φωνητική μεταγραφή: ˈkəp
cup , ˈkəp (Η κόκκινη συλλαβή είναι τονισμένη)