Κλίσεις
Ρήμα, παρελθοντικός χρόνος (Verb, past tense): frightened
Ρήμα, γερούνδιο ή μετοχή ενεστώτα (Verb, gerund or present participle): frightening
Ρήμα, γ' ενικό πρόσωπο ενεστώτα (Verb, 3rd person singular present): frightens
Ρήμα, βασική μορφή (Verb, base form): frighten
Ρήμα, ενεστώτας εκτός γ' ενικού προσώπου (Verb, non-3rd person singular present): frighten
Συλλαβές, Διαχωρισμός και Τονισμός
frighten περιέχει 2 συλλαβές: fright • en
Φωνητική μεταγραφή: ˈfrī-tᵊn
fright en , ˈfrī tᵊn (Η κόκκινη συλλαβή είναι τονισμένη)