Κλίσεις
Ουσιαστικό, πληθυντικός (Noun, plural): flicks
Ουσιαστικό, ενικός ή μαζικός (Noun, singular or mass): flick
Ρήμα, παρελθοντικός χρόνος (Verb, past tense): flicked
Ρήμα, γερούνδιο ή μετοχή ενεστώτα (Verb, gerund or present participle): flicking
Ρήμα, γ' ενικό πρόσωπο ενεστώτα (Verb, 3rd person singular present): flicks
Ρήμα, βασική μορφή (Verb, base form): flick
Ρήμα, ενεστώτας εκτός γ' ενικού προσώπου (Verb, non-3rd person singular present): flick
Συλλαβές, Διαχωρισμός και Τονισμός
flick περιέχει 1 συλλαβές: flick
Φωνητική μεταγραφή: ˈflik
flick , ˈflik (Η κόκκινη συλλαβή είναι τονισμένη)