Κλίσεις
Ουσιαστικό, πληθυντικός (Noun, plural): flesh
Ουσιαστικό, ενικός ή μαζικός (Noun, singular or mass): flesh
Ρήμα, παρελθοντικός χρόνος (Verb, past tense): fleshed
Ρήμα, γερούνδιο ή μετοχή ενεστώτα (Verb, gerund or present participle): fleshing
Ρήμα, γ' ενικό πρόσωπο ενεστώτα (Verb, 3rd person singular present): fleshes
Ρήμα, βασική μορφή (Verb, base form): flesh
Ρήμα, ενεστώτας εκτός γ' ενικού προσώπου (Verb, non-3rd person singular present): flesh
Συλλαβές, Διαχωρισμός και Τονισμός
flesh περιέχει 1 συλλαβές: flesh
Φωνητική μεταγραφή: ˈflesh
flesh , ˈflesh (Η κόκκινη συλλαβή είναι τονισμένη)