Κλίσεις
Ρήμα, παρελθοντικός χρόνος (Verb, past tense): tended
Ρήμα, γερούνδιο ή μετοχή ενεστώτα (Verb, gerund or present participle): tending
Ρήμα, γ' ενικό πρόσωπο ενεστώτα (Verb, 3rd person singular present): tends
Ρήμα, βασική μορφή (Verb, base form): tend
Ρήμα, ενεστώτας εκτός γ' ενικού προσώπου (Verb, non-3rd person singular present): tend
Συλλαβές, Διαχωρισμός και Τονισμός
Tend περιέχει 1 συλλαβές: tend
Φωνητική μεταγραφή: ˈtend
tend , ˈtend (Η κόκκινη συλλαβή είναι τονισμένη)