Κλίσεις
Ουσιαστικό, πληθυντικός (Noun, plural): shows
Ουσιαστικό, ενικός ή μαζικός (Noun, singular or mass): show
Ρήμα, παρελθοντικός χρόνος (Verb, past tense): showed
Ρήμα, μετοχή παρακειμένου (Verb, past participle): shown
Ρήμα, γερούνδιο ή μετοχή ενεστώτα (Verb, gerund or present participle): showing
Ρήμα, γ' ενικό πρόσωπο ενεστώτα (Verb, 3rd person singular present): shows
Ρήμα, βασική μορφή (Verb, base form): show
Ρήμα, ενεστώτας εκτός γ' ενικού προσώπου (Verb, non-3rd person singular present): show
Συλλαβές, Διαχωρισμός και Τονισμός
show περιέχει 1 συλλαβές: show
Φωνητική μεταγραφή: ˈshō
show , ˈshō (Η κόκκινη συλλαβή είναι τονισμένη)